Αρθογραφία Κυρίως Θέμα

ΚΥΠΡΟΣ: ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ!

της Θάλειας Χούντα

Η ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, αποτελεί, ακόμη μέχρι σήμερα, μία μαύρη σελίδα για τον Ελληνισμό τόσο για τον χαμό αγνών Ελλήνων όσο και για την απώλεια του 1/3 του εδάφους της Κύπρου.

Πολλά έχουν γραφτεί για τις ημέρες εκείνες και ακόμη περισσότερα, για τον ρόλο κάθε προσώπου που είχε την εξουσία και τώρα μπορεί να κριθεί, για το τί έκανε αλλά και για το τί δεν έκανε.


Ο ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΣΤΟΝ ΟΗΕ

Αξίζει όμως, να σταθούμε στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και την ομιλία του στον ΟΗΕ της 19ης Ιουλίου 1974. Μια ομιλία, που διαδραμάτισε ρόλο στην τουρκική εισβολή και μετέπειτα, στην όποια παράλογη προσπάθεια νομιμοποιήσεως της κατοχής. Όταν κάνεις αναφορά σε «εισβολή των Ελλήνων», όταν κάνεις αναφορά ότι «θεωρείς τους Τούρκους μικρότερο κίνδυνο από τους Έλληνες», όταν κάνεις αναφορά σε «συνέπειες εις βάρος των Ελλήνων και των Τούρκων», είναι πασιφανές, ότι φωνάζεις στις υπόλοιπες εγγυήτριες δυνάμεις (εκτός της Ελλάδας, σε Τουρκία και Αγγλία) να επέμβουν! Μην ξεχνάμε, ότι η ομιλία αυτή έγινε μία ημέρα πριν την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο.

Και ένα από τα πάρα πολλά ερωτήματα είναι, σε ενδιέφερε η θέση σου (όπου τα κατάφερες και ξαναγύρισες με σωρεία νεκρών και αγνοούμενων αλλά και το ένα τρίτο της χώρας υπό κατοχή) ή το καλό της Πατρίδας; Το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ έχει πολλούς αποδέκτες.


ΚΥΡΗΝΕΙΑ: ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ

Η ομιλία είναι η ακόλουθη:

«Επιθυμώ κατ’ αρχήν να εκφράσω τας θερμοτέρας ευχαριστίας μου προς τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας διά το ζωηρόν εδιαφέρον το οποίον έχουν επιδείξει διά την κρίσιμον κατάστασιν η οποία εδημιουργήθη εις Κύπρον μετά το πραξικόπημα το οποίον ωργανώθη υπό του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδος και επραγματοποιήθη υπό των Ελλήνων αξιωματικών των υπηρετούντων ως και διοικούντων την Κυπριακήν Εθνικήν Φρουράν. Είμαι ιδιαιτέρως ευγνώμων διότι το Συμβούλιον Ασφαλείας είχε συμφωνήσει να αναβάλη την συνεδρίαν του μέχρι της εδώ αφίξεώς μου διά να μου δώση την ευκαιρία να ομιλήσω προς αυτό επί των προσφάτων δραματικών γεγονότων εις Κύπρον. Ότι συμβαίνει εις Κύπρον από της παρελθούσης Δευτέρας αποτελεί μίαν πραγματικήν τραγωδίαν. Το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος έχει κραυγαλέως παραβιάσει την ανεξαρτησίαν της Κύπρου. Χωρίς ίχνος σεβασμού προς τα δημοκρατικά δικαιώματα του κυπριακού λαού, χωρίς ίχνος σεβασμού προς την ανεξαρτησίαν και την κυριαρχίαν της Κυπριακής Δημοκρατίας, η ελληνική χούντα έχει επεκτείνει την δικτατορίαν της εις Κύπρον. Είναι βεβαίως γεγονός ότι από τινός χρόνου ο σκοπός των καθίστατο φανερός. Ο κυπριακός λαός είχε επί μακρόν χρόνον το αίσθημα ότι η ελληνική χούντα ωργάνωνε πραξικόπημα και αυτό το αίσθημα κατέστη εντονώτερον κατά την διάρκειαν των τελευταίων εβδομάδων, ότε η τρομοκρατική οργάνωσις ΕΟΚΑ Β’, κατευθυνόμενη εξ’ Αθηνών, επανήρχισε τας βιαιοπραγίας. Εγνώριζον από μακρού χρόνου ότι η παράνομος οργάνωσις είχε τας ρίζας και ετροφοδοτείτο εξ’ Αθηνών. Ήμην ενήμερος ότι οι Έλληνες αξιωματικοί οι οποίοι επανδρώνουν και διοικούν την Εθνική Φρουρά εστρατολόγουν μέλη διά την οργάνωσιν και υπεστήριζον αυτήν κατά διαφόρους τρόπους μέχρι του σημείου να φθάση η οργάνωσις μέχρι των αποθηκών οπλισμού της Εθνικής Φρουράς. Εις τα στρατόπεδα της Εθνικής Φρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί διεξήγαγον ανοικτήν προπαγάνδαν υπέρ αυτής της παρανόμου οργανώσεως και μετέτρεψαν την Εθνικήν Φρουράν από όργανον του κράτους εις μέσον ανατρεπτικόν. Οσάκις, κατά καιρούς παρηπονούμην προς τας Αθήνας περί της αναρμόστου διαγωγής των Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς, η απάντησις ήτο ότι εάν είχον συγκεκριμένας αποδείξεις, όσοι θα ευρίσκοντο ένοχοι θα ανακαλούντο. Εξ’ όλης αυτής της στάσεώς των, εσχημάτισα την αλάνθαστον εντύπωσην ότι η συνήθης απάντησίς των ήτο μία προσποίησις αθωότητος. Προ ολίγων ημερών στοιχεία περιήλθον εις χείρας της κυπριακής αστυνομίας αποδεικνύοντα σαφώς ότι η ΕΟΚΑ Β’ ήτο εν εξάρτημα του καθεστώτος των Αθηνών. Χρηματικά ποσά διετίθεντο εξ’ Αθηνών διά την διατήρησιν της οργανώσεως ταύτης και εδίδοντο ωσαύτως εις αυτήν λεπτομερείς οδηγίαι αναφορικώς με τας ενεργείας της. Τότε έκρινα αναγκαίον να απευθύνω μίαν επιστολήν προς των πρόεδρον του ελληνικού καθεστώτος Στρατηγόν Γκιζίκην, ζητών παρ’ αυτού να δώση διαταγάς διά την κατάπαυσιν της βίας και αιματοχυσίας υπό της ΕΟΚΑ Β’ και διά την διάλυσιν αυτής. Παρεκάλεσα ωσαύτως τούτον να ανακαλέση τους υπηρετούντας εις την Εθνικήν Φρουράν Έλληνας αξιωματικούς, προσθέτων ότι σκοπός μου ήτο η μείωσις της αριθμητικής δυνάμεως της Δυνάμεως ταύτης και η μετατροπή της εις όργανον του Κυπριακού Κράτους. Ανέμενον απάντησιν. Είχον την εντύπωσιν ότι το καθεστώς των Αθηνών δεν ηυνόει την μείωσιν της Δυνάμεως ταύτης και πολύ ολιγώτερον την αποχώρησιν των Ελλήνων αξιωματικών. Ο Έλλην Πρέσβυς εν Κύπρω με επεσκεύθη, εντολή της κυβερνήσεώς του, διά να μου εξηγήση ότι η μείωσις εις την αριθμητικήν δύναμιν της Εθνικής Φρουράς ή η αποχώρησις των Ελλήνων αξιωματικών θα εξησθένει την άμυναν της Κύπρου εν περιπτώσει κινδύνου εκ Τουρκίας. Τούτο απετέλει ισχυρισμόν, ο οποίος ακόμη και άν ενεφανίζετο ως λογικός, δεν ήτο πειστικός καθ’ ότι εγνώριζον ότι όπισθεν του ισχυρισμού τούτου εκρύπτντο άλλα συμφέροντα. Απήντησα ότι, όπως εξελίχθησαν τα πράγματα, θεωρώ τον κίνδυνον εκ της Τουρκίας μικρότερον παρά τον κίδυνον εκ μέρους των και απεδείχθη ότι οι φόβοι μου εδικαιώθησαν. Το Σάββατον, 13 Ιουλίου, συνεκροτήθη εις τας Αθήνας, υπό την προεδρίαν του Στρατηγού Γκιζίκη, συνδιάσκεψις, η οποία διήρκεσεν επί πολλάς ώρας. Εις ταύτην παρέστησαν ο Αρχηγός του Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Πρέσβυς της Ελλάδος εν Κύπρω, ο Διοικητής της Εθνικής Φρουράς και άλλοι επίσημοι, διά να συζητήσουν το περιεχόμενον της επιστολής μου. Ως εδηλώθη εις σχετικόν ανακοινωθέν, εκδοθέν κατά το τέλος της συσκέψεως, η σύσκεψις θα επαναλαμβάνετο την Δευτέραν 15 Ιουλίου. Η αναφορά εις το ανακοινωθέν εις δευτέραν σύσκεψιν ήτο απατηλή. Διότι, ενώ την Δευτέραν ανέμενον απάντησιν εις την επιστολήν μου, η απάντησις ήλθε και αυτή ήτο το πραξικόπημα. Κατά την ημέραν εκείνην, επέστρεφον από την θερινήν μου κατοικίαν εις Τρόοδος, όπου διήλθον το γοήκ εντ και κατά την 8ην πρωϊνήν ευρισκόμην εις το γραφείον μου εις το προεδρικόν μέγαρον. Μετά ημίσειαν ώραν, υπεδεχόμην εις την αίθουσαν υποδοχής ομάδα παιδιών και κορασίων, μελών της Ελληνορθοδόξου Νεολαίας του Καΐρου, τα οποία ήλθον εις Κύπρον ως φιλοξενούμενά μου επί τινάς ημέρας. Μόλις είχα χαιρετήσει αυτά, ότε ηκούσθησαν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Εντός δευτερολέπτων οι πυροβολισμοί κατέστησαν συχνότεροι και εν μέλος της προεδρικής φρουράς με επληροφόρησεν ότι τεθωρακισμένα αυτοκίνητα και τανκς διήλθον το περιτοίχιμα και ευρίσκοντο εντός του προαυλίου του προεδρικού μεγάρου, το οποίο εσείετο από βλήματα όλμων. Η κατάστασις κατέστη συντόμως κρίσιμος. Προσεπάθησα να συνδεθώ τηλεφωνικώς με το ΡΙΚ διά να μεταδώσω ειδικήν από ραδιοφώνου ανακοίνωσιν ότι το προεδρικόν μέγαρον υφίστατο επίθεσιν, αλλ’ αντελήφθην ότι αι τηλεφωνικαί γραμμαί απεκόπησαν. Ο σφοδρός βομβαρδισμός εμεγάλωνεν ακόμη περισσότερον. Πως εσώθη η ζωή μου φαίνεται ως θαύμα της θείας προνοίας. Όταν ακολούθως, ευρέθην εις την περιοχήν της Πάφου, απηυθύνθην προς τον λαόν της Κύπρου εκ τινός επιτοπίου ραδιοσταθμού, πληροφορήσας τούτον ότι ζω και ότι θα αγωνισθώ μετ’ αυτού κατά της δικτατορίας την οποίαν προσεπάθει να επιβάλη το ελληνικόν καθεστώς. Δεν σκοπώ να καταναλώσω τον χρόνον των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας με την προσωπικήν μου περιπέτειαν. Απλώς επιθυμώ να προσθέσω ότι κατά την δευτέραν ημέραν της ενόπλου επιθέσεως τα τεθωρακισμένα αυτοκίνητα και τανκς εκινούντο προς την Πάφον, ενώ ταυτοχρόνως μικρόν πολεμικόν σκάφος της Εθνικής Φρουράς ήρχισε να βομβαρδίζη την Μητρόπολιν Πάφου, όπου διέμενον. Υπό τας περιστάσεις ταύτας, εύρον φρόνιμον να εγκαταλείψω την Κύπρον παρά να πέσω εις χείρας της ελληνικής χούντας. Είμαι ευγνώμων προς την βρεττανικήν κυβέρνησιν, η οποία διέθεσεν εν ελικόπτερον διά να με παραλάβη εκ Πάφου, να με μεταφέρη εις τας βρεττανικάς βάσεις και εκείθεν δι’ αεροπλάνου εις Μάλταν και Λονδίνον. Είμαι επίσης ευγνώμων προς τον ειδικόν αντιπρόσωπον του Γενικού Γραμματέως του ΟΗΕ και τον Διοικητήν της Ειρηνευτικής Δυνάμεως εν Κύπρω διά το ενδιαφέρον το οποίον επέδειξαν διά την ασφάλειάν μου. Η παρουσία μου εις την αίθουσαν τούτην του Συμβουλίου Ασφαλείας κατέστη δυνατή χάρις εις την παρασχεθείσαν προς εμέ βοήθειαν της βρεττανικής κυβερνήσεως και των αντιπροσώπων του Γενικού Γραμματέως Δρος Βάλντχαϊμ, των οποίων το ζωηρόν ενδιαφέρον δι’ εμέ και διά την κρίσιμον κατάστασιν που εδημιουργήθη εν Κύπρω, συγκινεί πάσαν χορδήν της καρδίας μου. Δεν γνωρίζω εισέτι όλας τας λεπτομερείας της κυπριακής κρίσεως, της προκληθείσης υπό του Ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος. Φοβούμαι ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι μέγας και ότι αι υλικαί καταστροφαί είναι βαρείαι. Ότι οπωσδήποτε αποτελεί το άμεσον ενδιαφέρον μας, επί του παρόντος, είναι ο τερματισμός της τραγωδίας. Όταν έφθασα εις το Λονδίνον, επληροφορήθην το περιεχόμενον ομιλίας του αντιπροσώπου της ελληνικής χούντας εις τα Ηνωμένα Έθνη. Εξεπλάγην διά τον τρόπον με τον οποίον καταβάλλουν προσπαθείας να εξαπατήσουν την διεθνή κοινήν γνώμην. Χωρίς ερύθημα, η ελληνική χούντα καταβάλει προσπαθείας να απλοποιήση την κατάστασιν, ισχυριζομένη ότι δεν ενέχεται εις την ένοπλον επίθεσιν και ότι αι εξελίξεις των τελευταίων ολίγων ημερών αποτελούν εσωτερικόν θέμα των Ελληνοκυπρίων. Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αποδέχονται τους ισχυρισμούς του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος. Το πραξικόπημα δεν συνέβη υπό τοιαύτας περιστάσεις, ώστε να θεωρείται εσωτερικόν ζήτημα των Ελληνοκυπρίων. Αποτελεί καθαρώς εισβολή έξωθεν, κατά κατάφωρον παραβίασιν της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας της Δημοκρατίας της Κύπρου. Το αποκαλούμενον πραξικόπημα ήτο έργον των Ελλήνων αξιωματικών που στελεχώνουν και διοικούν την Εθνικήν Φρουράν. Πρέπει επίσης να τονίσω το γεγονός ότι το ελληνικόν στρατιωτικόν απόσπασμα (ΕΛΔΥΚ) αποτελούμενον εξ 950 αξιωματικών και οπλιτών και σταθμεύον εν Κύπρω δυνάμει της Συνθήκης Συμμαχίας, διεδραμάτισε πρωταγωνιστικόν ρόλον εις την επιδρομικήν ταύτην υπόθεσιν εναντίον της Κύπρου. Η κατάληψις του αεροδρομίου έξωθεν της πρωτευούσης διεξήχθη υπό αξιωματικών και ανδρών της ΕΛΔΥΚ που ήσαν εστρατοπεδευμένοι πλησίον του αερολιμένος. Είναι αρκετόν να δηλώσω επ’ αυτού του σημείου ότι μερικαί φωτογραφίαι εμφανιζόμεναι εις τον διεθνή τύπον δεικνύουν τεθωρακισμένα και τανκς ανήκοντα εις το ελληνικό απόσπασμα το ευρισκόμενον εις Κύπρον. Εξ’ άλλου, οι Έλληνες αξιωματικοί οι υπηρετούντες εις την Εθνικήν Φρουράν διηύθυνον αυτάς τας επιχειρήσεις, αυτοί εστρατολόγησαν πολλά μέλη της τρομοκρατικής οργανώσεως ΕΟΚΑ Β’, την οποίαν εξώπλισαν με όπλα της Εθνικής Φρουράς. Εάν οι Έλληνες αξιωματικοί οι υπηρετούντες εις την Εθνικήν Φρουράν δεν ήσαν αναμεμιγμένοι, πώς δικαιολογείται το γεγονός ότι μεταξύ των θυμάτων εις τας μάχας περιελαμβάνοντο Έλληνες αξιωματικοί, των οποίων τα λείψανα μετεφέρθησαν εις Ελλάδα, διά να ταφούν εκεί; Εάν οι Έλληνες αξιωματικοί δεν διεξήγαγον το πραξικόπημα, πώς δικαιολογείται το γεγονός των νυκτερινών πτήσεων ελληνικών αεροπλάνων μεταφερόντων εις Κύπρον προσωπικόν με πολιτικάς ενδυμασίας και αγόντων πίσω εις Ελλάδα νεκρούς και τραυματίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πραξικόπημα ωργανώθη υπό της ελληνικής χούντας και διεξήχθη υπό Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς και υπό αξιωματικών και ανδρών της ελληνικής δυνάμεως η οποία σταθμεύει εις Κύπρον και ως τοιούτο μετεδόθη υπό του τύπου εις όλην την υφήλιον. Το πραξικόπημα εστοίχισε πολλήν αιματοχυσίαν και αφήρεσε πολλάς ζωάς. Αντιμετωπίσθη δι’ αποφασιστικής αντιστάσεως των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας και του ελληνικού λαού της Κύπρου. Δεν δύναμαι μετά βεβαιότητος να είπω ότι η αντίστασις και η αντίδρασις του ελληνικού πληθυσμού της Κύπρου εναντίων των συνωμοτών θα τερατισθή μέχρι της αποκατατάσεως της ελευθερίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων του. Ο Κυπριακός λαός ουδέποτε θα υποκύψη εις την δικτατορίαν, παρ’ όλον ότι προς στιγμήν η κτηνώδης βία των τεθωρακισμένων και των τανκς δυνατόν να επικρατήση. Μετά το πραξικόπημα οι πράκτορες του ελληνικού καθεστώτος εν Κύπρω διόρισαν ένα καλώς γνωστόν κακούργον, τον Νίκον Σαμψών ως πρόεδρον, ο οποίος ακολούθως διώρισεν ως υπουργούς γνωστά στελέχη και υποστηρικτάς της τρομοκρατικής οργανώσεως ΕΟΚΑ Β’. Δυνατόν να υποστηριχθή ότι ότι συνέβη εν Κύπρω είναι μία επανάστασις και ότι μία κυβέρνησις εγκαθιδρύθη επαναστατικώ δικαίω. Αυτή δεν είναι η περίπτωσις. Δεν έγινεν επανάστασις εις Κύπρον, η οποία θα ηδύνατο να θεωρηθή ως μία εσωτερική υπόθεσις. Ήτο μία εισβολή, η οποία παρεβίασε την ανεξαρτησίαν και κυριαρχίαν της Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται εφ’ όσον υπάρχουν Έλληνες αξιωματικοί εις Κύπρον. Τα αποτελέσματα της εισβολής θα είναι καταλυτικά διά την Κύπρον, εάν δεν υπάρξη επάνοδος εις την συνταγματικήν ομαλότητα και εάν αι δημοκρατικαί ελευθερίαι δεν αποκατασταθούν. Διά να παραπλανήση την διεθνή κοινήν γνώμην, το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος ανεκοίνωσε χθες την σταδιακήν αντικατάστασιν των Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι η αντικατάστασίς των αλλά η αποχώρησίς των. Η χειρονομία της ανακλήσεως έχει την έννοιαν της παραδοχής ότι οι Έλληνες αξιωματικοί οι υπηρετούντες τώρα εις την Εθνικήν Φρουράν, ήσαν εκείνοι οι οποίοι διεξήγαγον το πραξικόπημα. Αυτοί οι αξιωματικοί, οπωσδήποτε, δεν ενήργησαν εξ’ ιδίας πρωτοβουλίας αλλά κατόπιν οδηγιών εξ’ Αθηνών. Ούτω η Εθνική Φρουρά θα παραμείνη πάντοτε εν όργανον εις χείρας του στρατιωτικού καθεστώτος και είμαι βέβαιος ότι τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας αντιλαμβάνονται αυτό το παιγνίδι. Δυνατόν να λεχθεί ότι ήτο η κυπριακή κυβέρνησις η οποία προσεκάλεσε τους Έλληνας αξιωματικούς, διά να επανδρώσουν την Εθνικήν Φρουράν. Λυπούμαι να είπω ότι ήτο σφάλμα μου να δώσω εις αυτούς τόσην εμπιστοσύνην. Κατεχράσθησαν αυτήν την εμπιστοσύνην και αντί να βηθήσουν εις την προστασίαν της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητος της νήσου, αυτοί οι ίδιοι κατέστησαν επιδρομείς. Είμαι υποχρεωμένος να είπω ότι η πολιτική του στρατιωτικού καθεστώτος εν Ελλάδι έναντι της Κύπρου και ιδιαιτέρως έναντι των Ελλήνων της Κύπρου υπήρξεν ανειλικρινής. Επιθυμώ να τονίσω ότι ήτο διπλοπρόσωπος πολιτική. Επί τινά χρόνον διεξήγοντο συνομιλίαι μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου προς εξεύρεσιν ειρηνικής λύσεως του Κυπριακού προβλήματος, το οποίον πολλάκις απησχόλησε το Συμβούλιον Ασφαλείας και την Γενικήν Συνέλευσιν των Ηνωμένων Εθνών. Ο εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέως και δύο Συνταγματολόγοι εξ Ελλάδος και Τουρκίας παρηκολούθουν τας συνομιλίας. Το Συμβούλιον Ασφαλείας επανειλημμένως διά του έτους ανανέωσε την θητεία της ειρηνευτικής δυνάμεως εν Κύπρω εκφράζον εκάστην φοράν την ελπίδα διά μίαν σύντομον λύσιν του προβλήματος. Δεν δύναται να λεχθή ότι η μέχρι τούδε πρόοδος των συνομιλιών υπήρξεν ικανοποιητική. Αλλά πώς ηδύνατο να υπάρξη πρόοδος εις τας συνομιλίας, όταν η πολιτική περί Κύπρου του καθεστώτος των Αθηνών ήτο διπλοπρόσωπος; Είχε συμφωνηθή υφ’ όλων των ενδιαφερομένων μερών ότι αι συνομιλίαι διεξήγοντο με βάσιν την ανεξαρτησίαν. Το καθεστώς των Αθηνών επίσης συνεφώνησε εις αυτό και πολλάκις ο Έλλην Υπουργός Εξωτερικών εδήλωσεν ότι η θέσις της Ελλάδος επί του θέματος ήτο σαφής. Εάν ούτως είχον τα πράγματα, πώς το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος ίδρυσε και υπεστήριξε την τρομοκρατικήν οργάνωσιν της ΕΟΚΑ Β’, της οποίας σκοπός εδηλώθη ότι ήτο η Ένωσις της Κύπρου μετά της Ελλάδος και της οποίας τα μέλη απεκάλουν εαυτούς «ενωτικούς»; Εντός των στρατοπέδων της Εθνικής Φρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί συνεχώς με κατηγορούν ότι αν και η ένωσις ήτο εφικτή, η πραγματοποίησίς της υπενομεύετο υπ’ εμού. Όταν τους υπενθυμίζετο ότι η Ελλάς είχε καταστήσει την θέσιν της καθαρήν επ’ αυτού και ότι αυτή υπεστήριζεν την ανεξαρτησίαν η απάντησίς των ήτο ότι δεν έπρεπε να δίδεται προσοχή εις τους λόγους των διπλωματών. Υπό τοιαύτας συνθήκας πώς ήτο δυνατόν διά τας συνομιλίας να καταλήξουν εις θετικόν αποτέλεσμα; Η διπλοπρόσωπος πολιτική του ελληνικού καθεστώτος ήτο εν των βασικών εμποδίων εις την πρόοδον των συνομιλιών. Υπό τας περιστάσεις αίτινες έχουν δημιουργηθή εις Κύπρον δεν δύναμαι να προΐδω την προοπτικήν συνομιλιών. Θα έλεγον μάλλον ότι ουδεμία τοιαύτην προοπτική υπάρχει. Συμφωνία, εις την οποίαν θα κατέληγον αι συνομιλίαι θα εστερείτο αξίας διότι δεν υπάρχει εκλεγμένη ηγεσία να επιληφθή του θέματος. Το πραξικόπημα του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδος συνιστά ανάσχεσιν της προόδου των συνομιλιών προς λύσιν. Επί πλέον θα είναι μία συνεχής πηγή ανωμαλίας εις Κύπρον αι συνέπειαι της οποίας θα είναι βαρείαι και θα έχουν προεκτάσεις εάν η κατάστασις επιτραπή να συνεχισθή επί βραχύ διάστημα. Ποιώ έκκλησιν εις τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να πράξουν ότι δύνανται διά να θέσουν τέρμα εις την ανώμαλον κατάστασιν, η οποία εδημιουργήθη διά του πραξικοπήματος των Αθηνών. Καλώ το Συμβούλιον Ασφαλείας να χρησιμοποιήση όλους τους τρόπους και τα εις την διάθεσίν του μέσα, ώστε η συνταγματική τάξις εν Κύπρω και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν άνευ καθυστερήσεως. Καθώς έχω ήδη δηλώσει, τα γεγονότα εις Κύπρον δεν αποτελούν εσωτερικήν υπόθεσιν των Ελλήνων της Κύπρου, οι Τούρκοι της Κύπρου επηρεάζονται επίσης. Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας είναι μία εισβολή και εκ των συνεπειών της θα υποφέρει όλος ο λαός της Κύπρου, αμφότεροι Έλληνες και Τούρκοι. Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν μία ειρηνευτικήν δύναμην σταθμεύουσαν εις Κύπρον. Δεν είναι δυνατόν ο ρόλος αυτής της ειρηνευτικής δυνάμεως να είναι αποτελεσματικός υπό συνθήκας στρατιωτικού πραξικοπήματος. Το Συμβούλιον Ασφαλείας πρέπει να καλέση το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος να ανακαλέση εκ Κύπρου τους Έλληνας αξιωματικούς τους υπηρετούντας εις την Εθνικήν Φρουράν και να θέση τέρμα εις την ειβολήν αυτού εις Κύπρον. Πιστεύω ότι με τα όσα εξέθεσα ενώπιόν σας, σας έδωσα μίαν εικόνα της καταστάσεως. Δεν έχω αμφιβολίαν ότι μία κατάλληλος απόφασις του Συμβουλίου Ασφαλείας θα θέση τέρμα εις την εισβολήν και θα αποκαταστήση την παραβιασθείσαν ανεξαρτησίαν της Κύπρου και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου.»

Πληροφορίες για το συντάκτη

Θάλεια Χούντα

Η Θάλεια Χούντα είναι κοινωνιολόγος και δημοσιογράφος. Ασχολείται, εδώ και χρόνια, με το κοινωνικό ρεπορτάζ, με πληθώρα συνεντεύξεων από συλλόγους και φορείς. Έχει παρουσιάσει την δουλειά της από τις τηλεοπτικές της εκπομπές, τις ραδιοφωνικές και από sites, εφημερίδες και περιοδικά στα οποία αρθρογραφεί. Tα τελευταία χρόνια έχει επικεντρωθεί στην πολιτική αρθρογραφία.

Ξεχώρισαν