Διεθνή

Αναπόφευκτη η σύγκρουση Ρωσίας και Τουρκίας

Αναπόφευκτη η σύγκρουση Ρωσίας και Τουρκίας

Η απώλεια της Κριμαίας στην Ρωσική Αυτοκρατορία το 1783 ήταν μια κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Για τους Οθωμανούς ήταν η πρώτη μόνιμη απώλεια ενός – μεγάλης εκτάσεως – μουσουλμανικού εδάφους σε μια χριστιανική δύναμη. Η Αικατερίνη της Μεγάλης Ρωσίας, η οποία όπως ο σημερινός πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε παρέμβει στον εμφύλιο πόλεμο της Κριμαίας, τελικά προσάρτησε τη χερσόνησο. Για τους Ρώσους ήταν η αρχή της μεταμόρφωσης της χώρας τους σε μια παγκόσμια δύναμη. Μέσω του Εύξεινου Πόντου, η Ρωσία θα μπορούσε να πλεύσει στην Δύση.
Από το 1783 και μετά, η Μόσχα χρησιμοποίησε την ναυτική της παρουσία για να βασανίζει τα όνειρα των Οθωμανών, κερδίζοντας περισσότερο έδαφος. Η Μόσχα επέκτεινε γρήγορα τις ναυτικές επιχειρήσεις της από τον Εύξεινο Πόντο στο Αιγαίο πρώτα, και στη συνέχεια στην υπόλοιπη Μεσόγειο. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις έσπευσαν να αποτρέψουν τη Ρωσία στα Στενά του Βοσπόρου και στα Δαρδανέλλια.
Ο ανταγωνισμός οδήγησε στην τελευταία σταυροφορία, τον Κριμαϊκό Πόλεμο του 1853-1856. Αυτός ήταν το αποτέλεσμα της βρετανικής και γαλλικής απροθυμίας να αφήσουν τη Ρωσία να κυριαρχήσει πλήρως στη Μαύρη Θάλασσα σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία ήθελε επίσης να διατηρήσει την επιρροή της στην περιοχή. Ο πόλεμος που ξεκίνησε ως ο 10ος ρωσο-τουρκικός πόλεμος ήταν λιγότερο μια τοπική αψιμαχία με την συμμετοχή τοπικών συμμάχων, όπως η Ελληνική Λεγεώνα, αλλά περισσότερο μια προεπισκόπηση των επερχόμενων Παγκόσμιων Πολέμων.
Ο ρωσικός στόλος υπό το ναύαρχο Ναχίμοβ καταποντίζει τον στόλο των Οθωμανών στη Σινώπη, αλλά η Ρωσία έχασε την μάχη στην Κριμαία και οι Οθωμανοί φάνηκε ότι την κέρδισαν. Στην πραγματικότητα όμως, ήταν γαλλικές και βρετανικές οι δυνάμεις που κέρδισαν τον πόλεμο για λογαριασμό των Οθωμανών. Ακόμα κι έτσι, οι Οθωμανοί είχαν παρερμηνεύσει τις εξελίξεις. Οι Ρώσοι, εν τω μεταξύ, χρησιμοποίησαν την ήττα της Κριμαίας ως μια καλή ευκαιρία για μια σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Στο τέλος, οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν εμπόδισαν την κατάρρευση του τσαρικού καθεστώτος, αλλά τουλάχιστον το έκαναν το αντέξει περισσότερο από την συγκλονιστική κατάρρευση των Οθωμανών. Έτσι, από το τέλος του 19ου αιώνα η Ρωσία είναι έτοιμη να κυριαρχήσει επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στον Καύκασο, στα Βαλκάνια και στον Εύξεινο Πόντο.
Φυσικά, η ρωσική κυριαρχία ποτέ δεν απέτρεψε στους Τούρκους τα αισθήματά τους για την Κριμαία. Σε εκείνα τα χρόνια, η περιοχή είναι το Παρίσι των μουσουλμάνων διανοουμένων, όπως γέννησε τους ιδρυτές της σύγχρονης τουρκικής εθνικότητας. Για την Τουρκία, όμως, η Κριμαία δεν ήταν μόνο μια γεωγραφική περιοχή πολιτιστικής σημασίας. Η Κριμαία ήταν επίσης καθοριστική για το οθωμανικό σύστημα συλλογής πληροφοριών, και πιστεύονταν ότι αν η Ουκρανία θα μπορούσε να την αποσπάσει από την Ρωσία, η Ρωσία θα καταρρεύσει. Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για την εκ νέου άνοδο των Οθωμανών στον Εύξεινο Πόντο. Η καλύτερη στρατηγική των Οθωμανών ήταν να ξεσηκώσουν μέσω πρακτόρων τους μουσουλμάνους Τατάρους της Κριμαίας.
Ίσως δεν εκπλήσσει λοιπόν ότι το 1914 οι Οθωμανοί άρχισαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο βομβαρδίζοντας το ρωσικό ναύσταθμο της Σεβασούπολης στην Κριμαία, ο οποίος είχε γίνει το σύμβολο του ρωσικού επεκτατισμού. Η αποστολή ήταν επιτυχής, ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έμεινε ανάπηρος σε όλο τον Μεγάλο Πόλεμο. Ωστόσο, για άλλη μια φορά, ήταν μια άλλη δύναμη που είχε επιτρέψει τη νίκη των Οθωμανών. Λόγω μεγάλων ελλείψεων στη ναυτική στρατιωτική τεχνολογία, οι Οθωμανοί απέκτησαν για την επίθεση δύο γερμανικά πολεμικά πλοία, τα θωρηκτά «Γκέμπεν» και «Μπρέσλαου». Όταν ο Ρώσος πρέσβης στην Υψηλή Πύλη έφυγε από την Κωνσταντινούπολη μετά τη επίθεση, υπενθύμισε στους Οθωμανούς ότι μπορεί να κερδίσουν την μάχη, αλλά θα χάσουν συνολικά τον πόλεμο: «Αν κερδίσουν οι Γερμανοί, οι Οθωμανοί θα γίνουν αποικία τους. Αν υπάρξει βρετανική νίκη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα διαλυθεί». Τη στιγμή που επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, μετά το τέλος του πολέμου, παρατήρησε ότι αυτή θα μπορούσε ακόμη και να είναι μια ρωσική πόλη.
Κατά το χρόνο, η Ρωσία κέρδισε περισσότερα του αναμενομένου σε βάρος των Οθωμανών, αλλά η επανάσταση των Μπολσεβίκων το 1917 αποτέλεσε το γεγονός που οδήγησε τον Τσάρο να καλέσει το στρατό του που πολεμούσε στην Ανατολία πίσω στο σπίτι, και έσωσε απροσδόκητα την Οθωμανική Αυτοκρατορία από ορισμένα ρωσικά σχέδια. Η μεταπολεμική περίοδος χαρακτηρίζεται από μια σπάνια αναθέρμανση των ρωσο-τουρκικών σχέσεων. Ανίκανη να ρίξει το βάρος της γύρω από τον Εύξεινο Πόντο λόγω της μετα-επαναστατικής αδυναμίας της, η Σοβιετική Ένωση εγκατέλειψε την πρώην τσαρική στρατηγική της επέκτασης και επέλεξε τη συνεργασία. Εν τω μεταξύ, και η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν σε μια εποχή μεταφόρφωσης, ανοίγοντας το δρόμο για το τουρκικό κράτος υπό το Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.
Πράγματι, ορισμένοι είδαν αυτήν την εποχή των Λένιν και Ατατούρκ ως την μόνη πραγματική περίοδο συνεργασίας μεταξύ της Ρωσίας και Τουρκίας στην ιστορία. Σε αυτές τις ημέρες, οι δημοφιλείς ηγέτες και των δύο μετα-αυτοκρατορικών κρατών τόνισαν την αντίστασή τους εναντίον της Δύσης, και προσπέρασαν την Κριμαία ως το μεταξύ τους σημείο τριβής. Αλλά κάθε εγκαρδιότητα μεταξύ των δύο σύντομα εξαφανίστηκε, όταν η Ρωσία, τώρα με επικεφαλής τον Ιωσήφ Στάλιν, προέκυψε από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ως ηγεμόνας της ευρύτερης λεκάνης της Ευρασίας.
Οι νοτιοανατολικές επαρχίες της Ανατολίας, Αρνταχάν, Αρτβίν και Καρς, περιήλθαν σταθερά στη Σοβιετική Ένωση και ο Στάλιν απαίτησε ειδικό καθεστώς για τα σοβιετικά πολεμικά πλοία που διέρχονται μέσα από τα Στενά του Βοσπόρου. Αρκετές φορές, ο Στάλιν αμφισβήτησε την συνθήκη του Μοντρέ (1936) σε ό, τι αφορά το καθεστώς των Στενών, η οποία ρύθμιζε τα ναυτικά διόδια μέσω του Βοσπόρου και τα Στενά των Δαρδανελίων για πάνω από μια δεκαετία. Σύμφωνα με τον Στάλιν, η συμφωνία δεν ήταν πλέον σε αρμονία με τον κόσμο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – έναν κόσμο στον οποίο η νέα Ρωσία δεν πρέπει να υπόκεινται στις ιδιοτροπίες της Τουρκίας.
Σύμφωνα με βρετανικά αρχεία της Διάσκεψης της Γιάλτας στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Στάλιν ρώτησε τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσώρτσιλ για το τι θα κάνει η Βρετανία εάν Ισπανία ή η Αίγυπτος λάβουν το διακαίωμα να αποκλείσουν τα δικά τους Στενά (Γιβραλτάρ, Σουέζ), ή τι θα κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες εάν κάποιο κράτος της Νότιας Αμερικής απαιτήσει το δικαίωμα του αποκλεισμού της Διώρυγας του Παναμά; Για την ιστορία, η Βρετανία θα απαντήσει το 1956, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο, μαζί με τη Γαλλία και το Ισραήλ, ανέκτησαν με στρατιωτικά μέσα τον έλεγχο πάνω από το φράγμα του Ασουάν, όπως ο Αιγύπτιος πρόεδρος Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ έκανε ακριβώς ό, τι είχε ρωτήσει νωρίτερα ο Στάλιν για την Διώρυγα του Σουέζ.
Κατά την περίοδο αυτή, η Τουρκία, η οποία δεν θα πορούσε πλέον να αντέξει τις πιέσεις της ανακάμπτουσας Ρωσίας, προσχώρησε το 1952 στο ΝΑΤΟ. Όπως η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε τελικά, η περιοχή του Εύξεινου Πόντου έγινε πιο παγκοσμιοποιημένη. Οι Παρευξείνιες χώρες συνεργάζονται μέσω πολυμερών οργανισμών, όπως ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου, και δημιουργούν ένα σύστημα περιφερειακής αλληλεξάρτησης για να αποφεύγονται ενδεχόμενες κρίσεις μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Η Τουρκία τόνισε τον ρόλο της ως δύναμη σταθερότητας στον Εύξεινο Πόντο και η Ρωσία τόνισε την ικανότητά της να παρέχει φυσικό αέριο για όλους.
Κατά τα τελευταία 20 χρόνια η Τουρκία έχει αναγκαστεί να δώσει σχετικά λίγη προσοχή στην περιοχή, αναζητώντας το ρόλο της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή ή στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αποκαλυπτική προμνησία συνέβη τον Μάρτιο του 2014, όταν η Ρωσία έφερε ολόκληρη την Κριμαία υπό τον έλεγχό της και ανακοίνωσε την πρόθεσή της να αξιοποιήσει πλήρως το γεωστρατηγικό δυναμικό της Κριμαίας και να ενισχύσει περαιτέρω το ρωσικό στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Όλα αυτά άλλαξαν, ξαφνικά, την πρόσφατη περίοδο ειρήνης και σταθερότητας της ρωσο-τουρκικής ιστορίας.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η ρωσική επέκταση στην Κριμαία ήταν μια προσπάθεια τελευταίας πνοής από τον Πούτιν για να σώσει το κύρος της Ρωσίας, όπως η Ουκρανία στρέφεται στην Δύση. Αλλά από την οπτική της Τουρκίας, η εισβολή της Ρωσίας στη Κριμαία ταιριάζει απόλυτα με το προ 340 ετών ρωσικό πρότυπο.
Πρώτον, κάποιοι στρατιωτικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η Ρωσία τείνει να επεκτείνεται όταν όλοι οι γείτονές της είναι αδύναμοι και ανίκανοι να ανταποκριθούν κατάλληλα. Δεύτερον, η κυριαρχία της στον Εύξεινο Πόντο δεν είναι τίποτε περισσότερο από κάποιους πουροβολισμούς πάνω στο κατάστρωμα ενός πλοίου: Προοιωνίζει περαιτέρω παρεμβάσεις. Τρίτον, η κυριαρχία στον Εύξεινο Πόντο απαιτεί στη συνέχεια μια ρεβιζιονιστική θέση σχετικά με το καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου, για τα περιπολούντα ρωσικά πλοία προς τη Μεσόγειο.
Φυσικά, οι Δυτικές δυνάμεις βλέπουν την παρουσία της Ρωσίας στη Μεσόγειο ως απειλή. Η Ρωσία, ως εκ τούτου, δεν εδραιώνεται στον Εύξεινο Πόντο χωρίς να προετοιμάζεται για τη σύγκρουση (αν και όχι απαραίτητα πάντα με στρατιωτικά μέσα ή σε άμεση ανταπόκριση) με άλλες μεγάλες δυνάμεις. Πολλές πτυχές των κινήσεων της Ρωσίας στην Ουκρανία ταιριάζουν με αυτό το ιστορικό μοντέλο. Η απάντηση των Δυτικών δυνάμεων υπήρξε αδύναμη και διχασμένη. Ο πόλεμος στην Συρία, υποστηρίζουν πολλοί, αποδεικνύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περιορισμένη ικανότητα να προβάλουν την κυριαρχία τους απέναντι στη ρωσική ζώνη επιρροής. Και σχεδόν κάθε Δυτική στρατιωτική δύναμη έχει να ανταπεξέλθει με σημαντικές περικοπές του αμυντικού προϋπολογισμού. Ακόμη και εάν η Ρωσία είναι ασθενής, οι γείτονές της είναι ακόμη πιο αδύναμοι – και η Δύση δεν είναι έτοιμη για να τους προστατεύσει. Η Τουρκία, επίσης, είναι φοβερά εκτεθειμένη στον Εύξεινο Πόντο, όπως δεν έχει ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της επέκτασης του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Ο Μαρκ Γκαλεότι, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, υποστηρίζει ότι οι σημερινές ρωσικές ικανότητες στον Εύξεινο Πόντο είναι υποτυπώδεις, και ότι η δύναμη δεν θα είναι σε θέση να επιβιώσει μια μεγαλύτερη αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ. Το ρωσικό Κέντρο για την Ανάλυση των Στρατηγικών και Τεχνολογιών τον περιγράφει στην πρόσφατη ανάλυσή του ως «μια συλλογή παλαιών οχημάτων τεχνολογίας του 1991». Αλλά είναι πιθανό ότι η Ρωσία δεν πρόκειται να εμπλακεί σε μια αντιπαράθεση με ολόκληρο το ΝΑΤΟ. Στην πραγματικότητα, οι Ρώσοι εξακολουθούν να θυμούνται το 1853 και τον Κριμαϊκό Πόλεμο.
Οι Ρώσοι υπολογίζουν καλά για να μην προκαλέσουν πολλές αντιδράσεις από τις μεγάλες Δυτικές δυνάμεις. Αλλά ακόμη και εάν η Μόσχα είναι προσεκτική, η παρουσία της Ρωσίας στον Εύξεινο Πόντο περιπλέκει αναπόφευκτα τα πράγματα για την Τουρκία. Η Ρωσία είναι πεπεισμένη ότι ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ θα κερδίσει τελικά τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία και λόγω της ρωσικής υποστήριξης κατά τη διάρκεια του πολέμου, θα επιτρέψει στη Μόσχα μια μακροπρόθεσμη πρόσβαση στη ναυτική βάση στην Ταρτούς. Όπως η Σεβαστούπολη και η Ταρτούς παράσχουν στη Ρωσία πρόσβαση στα θερμά νερά και στις δύο πλευρές της χερσονήσου της Ανατολίας, η Τουρκία θα βρεθεί να περιβάλλεται από τη ναυτική δύναμη της Ρωσίας.
Οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες της περιοχής, και πάνω από τα υπεράκτια κοιτάσματα φυσικού αερίου, θα δεχτούν ένα πλήγμα. Η Ρωσία θα μπορούσε δυνητικά να αρχίσει να διαφωνεί γύρω από το νομικό καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου, με το επιχείρημα – όπως ο Στάλιν – ότι η συνθήκη του Μοντρέ πρέπει να επικαιροποιηθεί για να δώσει στη Ρωσία απρόσκοπτη πρόσβαση στην περιοχή. Το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό έχει ήδη αποδείξει έμπρακτα την προθυμία του να ρίξει το βάρος του γύρω από αυτά τα θέματα, ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου το Ισραήλ και η Κύπρος έχουν αξιώσεις για το φυσικό αέριο. Η Ρωσία υπενθυμίζει συνεχώς στην Κύπρο και στο Ισραήλ για το είδος των ρωσικών συμφερόντων.
Η Ρωσία έχει παίξει πολύ σκληρότερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Βλέπει τις δραστηριότητες της Exxon-Chevron στον Εύξεινο Πόντο ως αποτέλσμα του δυτικού ιμπεριαλισμού. Η εισβολή της Κριμαίας ήταν ίσως η πιο ξεκάθαρη ρωσική προειδοποίηση σχετικά με τις δραστηριότητες αυτές μέχρι σήμερα: Οι δραστηριότητες των Exxon, Chevron και Shell στον Εύξεινο Πόντο, είναι τώρα σε νομικό κενό. Οι τρεις εταιρείες είχαν υπογράψει συμφωνίες για ερευνητικές άδειες και γεωτρήσεις κατά μήκος των ακτών της Ουκρανίας, πριν από την ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας, και τώρα με το νέο φούσκωμα του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα αυτές οι δραστηριότητες έχουν πέσει στο κενό.
Όπως αυτός περιβάλλει την χερσόνησο της Ανατολίας, ο Πούτιν έχει κάνει επίσης μια δήλωση κατά του Nότιου ενεργειακού αγωγού της Ευρώπης και προσφέρει τον αγωγό φυσικού αερίου που καλείται TANAP, για να τροφοδοτήσει το φυσικό αέριο του Αζερμπαϊτζάν την Ευρώπη – μέσω της επικράτειας της Ρωσίας.
Τα αισθήματα της Ρωσίας για το θέμα συνοψίζονται καλύτερα στην δήλωση του Νμίτρι Ρογκοζίν, ο Ρώσος αναπληρωτής πρωθυπουργός, ο οποίος είπε ότι τα δύο γαλλικής κατασκευής πλοία αμφίων επιθέσων κλάσης Mistral, τα οποία η Ρωσία αγόρασε από τη Γαλλία πριν από την αναμέτρηση για την Κριμαία, θα πρέπει να παραδοθούν το συντομότερο δυνατόν στη Ρωσία, ή η Γαλλία θα πρέπει να επιστρέψει άμεσα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Το καθένα μπορεί να μεταφέρει 16 ελικόπτερα, 70 τεθωρακισμένα οχήματα και 450 πεζοναύτες, που δίνουν στη Ρωσία τη δυνατότητα να εξαπολύσει επιδρομές μικρής κλίμακας σε όλα τα Παρευξείνια κράτη, το οποίο θα μπορούσε νά πάσα στιγμή να ακυρώσει τα σχέδια της Ευρώπης για την στρατηγική του Νότιου ενεργειακού διαδρόμου. Όλα αυτά (τα εξοπλιστικά προγράμματα για την κατακόρυφη ενίσχυση του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας) ακούγονται σαν πολύ άσχημα νέα για την Τουρκία – και είναι.
Σύμφωνα με Τούρκους αναλυτές, εάν υπάρχει ένας λόγος για μια ελπίδα, είναι ότι όπως ο επεκτατισμός του Στάλιν είχε ωθήσει την Τουρκία να γίνει ένας πιστός σύμμαχος του ΝΑΤΟ, η ρωσική εισβολή στην Κριμαία θα μπορούσε να ωθήσει την Τουρκία, η οποία υπό τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παρασύρεται μακριά από τη Δύση, να θυμηθεί γιατί αυτή η χώρα ενώθηκε σε μια Δυτική συμμαχία νωρίτερα. Με απλά λόγια, ούτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ούτε η σύγχρονη Τουρκία, είναι σε θέση να αποτρέψουν ή έστω να αντισταθούν στον ρωσικό επεκτατισμό από μόνες τους. Όταν παίζεις μαζί με τις ρωσικές απαιτήσεις σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, η Ρωσία έχει πάντα την τάση να γίνεται πιο διεκδικητική.
Όπως σημειώνει ο Ακίν Ουνβέρ, επίκουρος καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, πρώην λέκτορας Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Princeton, από το 1689 η μόνη πραγματική επιλογή της Τουρκίας για την επιβίωσή της ήταν να συνεργαστεί με τους συμμάχους της. Αλλά αυτό απαιτεί μια σταθερή και μετρήσιμη δέσμευση για την Τουρκία – από την Δύση. Προς το παρόν, όμως, δεν είναι σαφές κατά πόσο το ΝΑΤΟ θα εμπλακεί στην Ουκρανία. Ο βαθμός στον οποίο το κάνει – στον οποίον παρουσιάζεται μια ισχυρή ή ανίσχυρη βούληση για να ελέγξει τη Ρωσία – θα καθορίσει κατά πόσον η Τουρκία θα ενταχθεί στην προσπάθεια της συγκράτησης της Ρωσίας, ή απλά θα καταρρέει σταδιακά κάτω από την ρωσική πίεση.

 
Πηγή: defencenews.gr

Πληροφορίες για το συντάκτη

dialogoi.gr

Προσθήκη σχολίου

Κάνετε κλικ για να εισάγετε το σχόλιο σας

Ξεχώρισαν